Η Επιτροπή υιοθέτησε 27 δέσμες “ειδικών συστάσεων” ανά χώρα καθώς και μία ακόμη για την ευρωζώνη, ως σύνολο, προκειμένου να συνδράμει τα κράτη- μέλη στο συντονισμό των οικείων οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών, ώστε να έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και τα δημοσιονομικά.
Νωρίτερα κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφώνησαν σε 10 βασικές προτεραιότητες για την αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης, προλειαίνοντας ταυτόχρονα το έδαφος για μια βιωσιμότερη οικονομία. Δεδομένου ότι εμφανίζονται μεγάλες διακυμάνσεις από τη μία χώρα στην άλλη, η Επιτροπή προβαίνει σήμερα σε συστάσεις για τη λήψη στοχοθετημένων μέτρων για κάθε κράτος μέλος. Αυτό αναμένεται να βοηθήσει κάθε χώρα να επικεντρωθεί στους στρατηγικού χαρακτήρα “μοχλούς” τους επόμενους 12 έως 18 μήνες, και έτσι να προαγάγει την οικονομία της ΕΕ ως σύνολο.
«Η οικονομία της ΕΕ βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η ανάκαμψη κερδίζει έδαφος, πλην όμως παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις ανά την ήπειρο – ενώ παραμένουν πολλοί παράγοντες αβεβαιότητας,» δήλωσε ο πρόεδρος Manuel Barroso. «Τα κράτη μέλη συμφώνησαν, το Μάρτιο, σε σημαντική σειρά δεσμεύσεων για τους επόμενους 12 έως 18 μήνες. Τώρα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι όλα τα κράτη μέλη τις εφαρμόζουν κατά τρόπο «εξατομικευμένο» σε εθνικό επίπεδο. Με τις σημερινές ανά χώρα συστάσεις, οι οποίες είναι στοχευμένες και μετρήσιμες, η Επιτροπή αξιολογεί τα εθνικά σχέδια. Γνωρίζουμε ότι η επίτευξη των στόχων που θέσαμε συλλογικά συνεπάγεται, ενίοτε, επώδυνες επιλογές. Πλην όμως, οι προσπάθειες αυτές, εφόσον καταβληθούν με σοβαρότητα και από όλους, θα επιτρέψουν στην Ευρώπη να ξεπεράσει την κρίση και να διασφαλίσει τη μελλοντική ευημερία της.»
Οι εν λόγω δέσμες συστάσεων αποτελούν τμήμα του “Ευρωπαϊκού Εξαμήνου”, μέσω του οποίου – για πρώτη φορά φέτος – τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συντονίζουν στενότερα τις οικείες οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές τους. Μόλις συμφώνησαν σε επίπεδο ΕΕ τις προτεραιότητες, τα κράτη μέλη υπέβαλαν τα οικεία εθνικά προγράμματα, τα οποία τώρα εξετάζει ενδελεχώς η Επιτροπή με τη βοήθεια των «εξατομικευμένων», στοχοθετημένων και μετρήσιμων αυτών συστάσεων.
Συνολικά, τα κράτη μέλη επιδίωξαν να αντανακλώνται οι συμφωνηθείσες προτεραιότητες της ΕΕ στα προγράμματά τους και οι μακροοικονομικές παραδοχές τους είναι, σε μεγάλο βαθμό, ρεαλιστικές. Ωστόσο, συχνά λείπουν από τα εθνικά προγράμματα τόσο η φιλοδοξία, όσο και η εξειδίκευση. Πολλά κράτη μέλη χρειάζεται να πράξουν περισσότερα στον φορολογικό εκσυγχρονισμό, διατηρώντας ταυτόχρονα τα μέτρα που προάγουν την ανάπτυξη (έρευνα και καινοτομία, επιχειρηματικό περιβάλλον, προώθηση του ανταγωνισμού στον τομέα των υπηρεσιών). Όσον αφορά τις αγορές εργασίας, χρειάζεται να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού, για την καταπολέμηση της διαρθρωτικής ανεργίας, τον περιορισμό της ανεργίας της νεολαίας, το πρόβλημα της πρώιμης εγκατάλειψης της σχολικής εκπαίδευσης, καθώς και τη διασφάλιση της αντιστοιχίας μισθών και παραγωγικότητας.
Ιστορικό πλαίσιο
Η έγκριση των – ειδικών ανά χώρα – συστάσεων σηματοδοτεί το προτελευταίο βήμα στην πρώτη εξάμηνη περίοδο εντατικού συντονισμού της οικονομικής πολιτικής μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών, γνωστής ως Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Η εκκίνησή του τοποθετείται τον Ιανουάριο, όταν η Επιτροπή υποβάλλει την οικεία Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης, όπου καθορίζονται οι προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ για το επόμενο έτος. Οι προτεραιότητες αυτές υιοθετούνται από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου. Στο διάστημα Απρίλιος-Μάιος, τα κράτη μέλη υποβάλλουν προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης (για τα δημοσιονομικά) και προγράμματα εθνικών μεταρρυθμίσεων (για τις διαρθρωτικές αλλαγές και τα μέτρα προώθησης της ανάπτυξης), στα οποία οι ανά χώρα συστάσεις συνιστούν την απάντηση της Επιτροπής. Οι δεσμεύσεις των 23 κρατών μελών που συμμετέχουν στο Euro+Pact έχουν επίσης αξιολογηθεί από την Επιτροπή ως τμήμα της διαδικασίας αυτής και περιλαμβάνονται στις συστάσεις της.
Οι συστάσεις προορίζονται να εφαρμοστούν από τα κράτη μέλη εντός διαστήματος 12-18 μηνών. Εισηγούνται την άμεση λήψη μέτρων που θα ενισχύσουν την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων που περιέχονται στη μακροπρόθεσμη οικονομική στρατηγική της ΕΕ Eυρώπη 2020, με τους φιλόδοξους πανενωσιακούς και εθνικούς στόχους που πρέπει να επιτευχθούν μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας στους τομείς της απασχόλησης, της καινοτομίας, της κατάρτισης, της ενέργειας και της κοινωνικής ένταξης.
Οι συστάσεις συμβάλλουν, από την πλευρά της ΕΕ, στη χάραξη εθνικών πολιτικών. Τα κράτη μέλη παραμένουν υπεύθυνα για τη διαμόρφωση των οικείων οικονομικών πολιτικών και την κατάρτιση των εθνικών προϋπολογισμών. Ωστόσο, σήμερα αναγνωρίζεται ευρέως η αμοιβαία αλληλεξάρτησή μας, τόσο στην ΕΕ γενικότερα, όσο και, ειδικότερα, στην ευρωζώνη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα κράτη μέλη προσυπέγραψαν την κοινή δέσμη οικονομικών προτεραιοτήτων για την ΕΕ την οποία δεσμεύθηκαν να υλοποιήσουν σε εθνικό επίπεδο.
Οι εν λόγω συστάσεις θα υιοθετηθούν από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, αντανακλώντας τη συλλογική οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ και το γεγονός ότι η ΕΕ αποτελεί ενιαίο οικονομικό χώρο, πολύ σημαντικότερο απ’ ό,τι το απλό άθροισμα 27 χωριστών οικονομιών. Προάγοντας το πρώτο Ευρωπαϊκό Εξάμηνό της, η ΕΕ αναγνωρίζει την οικονομική αλληλεξάρτησή της και παρέχει συλλογική καθοδήγηση σε κάθε κράτος μέλος σχετικά με τις μελλοντικές δημοσιονομικές, οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές του.
Κάθε ομάδα δεσμεύσεων βασίζεται σε ενδελεχή ανάλυση της οικονομικής κατάστασης κάθε κράτους μέλους, η οποία εκτίθεται στα έγγραφα εργασίας του προσωπικού που δημοσιεύεται επίσης σήμερα. Οι μακροοικονομικές παραδοχές αξιολογήθηκαν με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής. Τα εθνικά μέτρα που περιλαμβάνονται στα προγράμματα έχουν εξετασθεί εις βάθος προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον συνιστούν μια κατάλληλη απάντηση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Επόμενα βήματα
Οι συστάσεις θα εξεταστούν και θα υιοθετηθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 23ης και 24ης Ιουνίου, μετά από συζήτηση στα Συμβούλια ECOFIN και EPSCO. Η εφαρμογή θα παρακολουθηθεί το τρέχον έτος από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη μέσω μιας αυστηρής και διαρκούς διαδικασίας αξιολόγησης από ομοτίμους. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την πρόοδο σε επίπεδο ΕΕ στην επόμενη Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης, τον Ιανουάριο του 2012, και για κάθε κράτος μέλος στην επόμενη δέσμη ειδικών – ανά χώρα – συστάσεών της, τον Ιούνιο 2012.