Ομιλία Γιώργου Λιάνη στην Παρουσίαση του Λευκώματος της Μητρόπολης Φλώρινας, Πρεσπών και Εορδαίας «Δυο πόλεις, δυο λίμνες, μια ιστορία» «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων – 10 Μαΐου 2011

Ημ/νία Ανάρτησης: 12 Μαΐου, 2011

Σεβασμιότατε Μητροπολίτα Σάμου και Ικαρίας, κύριε Ευσέβιε, εκπρόσωπε του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου, στον οποίο ολόψυχα ευχόμευθα ταχεία ανάρρωση,

Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες,

Κύριοι δήμαρχοι Φλώρινας και Αμυνταίου,

Αγαπητέ μου συνάδελφε και φίλε Στάθη Κωνσταντινίδη,

Κυρίες και Κύριοι,

Παράξενη η αποψινή συγκέντρωση. Μια ανάσα κάτω από την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα θα μιλήσουμε για τις εσχατιές της Ελλάδας, για τις εσχατιές της Ρωμιοσύνης και θα μιλήσουμε και για τον «καημό της Ρωμιοσύνης».

Σε μέρες και ώρες που οι Έλληνες βρίσκονται σε τραγικά αδιέξοδα. Σε μέρες που μπορεί να έχουν παρέλθει οι Φύρερ και οι Ντούτσε αλλά η εξουσία θερίζει σήμερα με άλλα άρματα δρεπανηφόρα. Μνημόνιο, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκές Κεντρικές Τράπεζες και άλλα ηχηρά παρόμοια. Όμως το θέμα που θα αναπτύξουμε μπορεί να μας υψώσει από τον παλμό της ατομικότητας και του «εγώ» στον ρυθμό της συλλογικότητας και στο «εμείς» που είναι πάντα το ζητούμενο.

Θα άξιζε να ζήσω τη ζωή μου και μόνο για να επισκεφτώ την Άνω Μακεδονία την Πρέσπα και την Αχρίδα, την Φλώρινα και το Μοναστήρι (τα Μπίτολα). Και πρέπει να είναι κανείς ορθόδοξος με την έννοια που το εννοούσε ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι: «Εμείς οι ορθόδοξοι μπορούμε να τα κάνουμε όλα. Εσείς οι ευρωπαίοι δεν μπορείτε».

Έχω γυρίσει σχεδόν όλο τον κόσμο. Στον «ταξιδιωτικό μου σάκο» λίγα πράγματα θα κρατούσα. Πολλά από αυτά τα λίγα είναι στα μέρη μας. Ο Άγιος Αχίλλειος, η Παναγία Ελεούσα και οι βραχογραφίες μας. Αλλά και την Αχρίδα θα την κρατούσα στην προσωπική μου κιβωτό. Απίστευτος τόπος! Νησόχτιστος, γεμάτος σπάνιες ζωγραφιές.

Η Βυζαντινή Τέχνη εκφράζει το υπερφυσικό. Πουθενά δεν είναι τόσο εντυπωσιακή όσο στα μέρη μας γιατί τα μέρη μας δεν είναι φυσικά, είναι υπερφυσικά. Τα μέρη μας είναι μικροί πολιτισμοί, το καθένα μόνο του.

Αναρωτιέμαι πότε θα ανακαλύψουμε οι Έλληνες την Ελλάδα; «Πότε θα ανακαλύψουμε τον ελληνικό ελληνισμό», όπως έλεγε ο Σεφέρης;

Τις δύο θεοσκέπαστες λίμνες, Πρέσπα και Αχρίδα, που «σηκώνουν τα νερά τους σα Θεοτόκο». Πότε θα ανακαλύψουμε τη θριαμβευτική ταπεινότητα πόλεων, όπως η Φλώρινα και το Μοναστήρι;

Οι εκκλησιές μας είναι κατανυχτικές, καυχήματα της ορθοδοξίας, μικρά κάστρα ελευθερίας, ευσεβέστατα μνημεία, πετράδια μαργαριτάρια και διαμαντόπετρες της κοσμοκράτειρας ορθοδοξίας και οι τοιχογραφίες μας είναι τελείως διαφορετικές. Με Αγίους αγριοπούλια, με θείες οπτασίες και με μυστηριώδεις τελετουργίες της Δευτέρας Παρουσίας.

Αχ, σύνορα, σύνορα! Πίνετε τον Θεό σαν ελάφια διψασμένα!

Μπορεί από τα μέρη μας να μην πέρασαν ούτε ο Θεοτοκόπουλος ούτε ο Πανσέληνος, αλλά πέρασαν ο Ευτύχιος και ο Μιχαήλ Μαστραπάς.

Όταν πρωτόρθα στην Φλώρινα σα δημοσιογράφος ήρθα «εχθρικά» απέναντι στον Μακαριστό Μητροπολίτη Αυγουστίνο Καντιώτη. Αυτόν τον σαβοναρόλειο κληρικό, για τον οποίον ο σπουδαίος νεοέλλην ποιητής Νίκος Καρούζος έλεγε:

«Γι’ αυτό θαυμάζω τους μαχητικούς ιερωμένους μας σαν τον Καντιώτη. Αυτός με ένα θαρραλέο ιχνογράφημα υπό τον τίτλο «Συγκρίνατε», στην εφημερίδα του «Εκκλησιαστικός Αγών», είχε εκφράσει ορατά το παρόν της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Ο Ιησούς από την μια μεριά «νίπτει τους πόδας των μαθητών και εκμάσσειν τω λεντίω ω ήν διεζοσμένος (από το Κατά Ιωάννην ευαγγέλιο) «και ο μανδυοφόρος επίσκοπος από την άλλη», ο φρικώδης νάρκισσος ανάμεσα στις εδαφιαίες «μετάνοιες» ατυχών ιερέων και υπηρετών, υπαλλήλων της κοιλίας του. Τι άλλο να προσθέσω σ’ αυτό το ιχνογράφημα; Τούτο μονάχα. Πως πρέπει όλοι οι αληθινοί Έλληνες, όλοι οι αληθινοί ορθόδοξοι, όλοι οι αληθινοί άνθρωποι να βοηθήσουμε όλοι μαζί να καθαρίσουμε το σώμα του Ιησού, την Εκκλησία. Και τολμώ να συστήσω δέος. Εκείνος ο Ιησούς αλήθεια λάμπει στις καρδιές και φέρνει ειρήνη και ελευθερία. Αγάπη και μόνο. Αγάπη που είναι μάχη για το καλό της δυστυχισμένης ανθρωπότητας».

Σκέφτομαι ότι όλα αυτά τα έγραψε ο Αριστερός Καρούζος. Αριστερός που υποστήριζε με πάθος ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι κοσμοθεωρία και έγραψε ότι ο Χριστός ξετυλίγει δυο δρόμους. Ο ένας, η υπεράνθρωπη ερήμωση προς την αγάπη του Θεού, το βουνό, η αναχώρηση. Ο άλλος: η διανθρώπινη μάχη προς την αγάπη του Θεού πάλι. Ο ένας δρόμος δημιουργεί τον Άγιο της Ερήμου, ο άλλος δρόμος δημιουργεί τον Άγιο της Ασφάλτου.

Οι Άγιοι της Ερήμου φτάσαν μέχρι την Αχρίδα. Οι Παλαιολόγοι δεν δούλεψαν μόνο στον Μυστρά αλλά μέσα και στις εκκλησιές της Αχρίδας, στην Αγιά Σοφιά και στον Άγιο Κλήμη έσπειραν την μελαγχολία τους. Όταν πήγα στην Αχρίδα πρώτη φορά έκανα τον σταυρό μου και είπα: «Μνήσθιτι μου κύριε. Μέχρις εδώ πάνω φτάσαν τα έργα σου; Μέχρις εδώ ήρθαν αυτά τα πουλιά, οι μοναχοί και χτίσαν φωλιές;»

Καμιά τέχνη δεν μεταχειρίστηκε τέτοια απλά μέσα σαν την Βυζαντινή. Οι τοιχογραφίες αυτές είναι σάλπιγγες που γκρεμίζουν τείχη. Αυτό ήταν το ιδεώδες του βυζαντίου. Το ιδεώδες της Ανατολής απέχει από το ιδεώδες της Δύσης όσο ο ουρανός από τη γη.

Θέλω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στον Άγιο Επίσκοπο Φλώρινας Θεόκλητο που η πραότητα του θερμαίνει τις καρδιές των Φλωρινιωτών στους παγερούς χειμώνες. Να ευχαριστήσω τον Αρχιμανδρίτη Ιουστίνο για την τιμή που μου έκαναν να μιλήσω σήμερα σε τέτοιο εκλεκτό ακροατήριο.

Στη ζωή μου όταν ο νόστος, ο καλός γυρισμός, με έφερε να υπηρετήσω τα κοινά της Φλώρινας, τότε συνάντησα αυτό που γύρευα. Και δεν το είχα βρει στην δημοσιογραφία ποτές. Το Χρυσόμαλλο Δέρας. Στην πατρίδα μου την Φλώρινα αναστήθηκαν τα ιδανικά μου. Μακριά από τα λεγόμενα εθνικά ιδεώδη που ενίοτε είναι χαώδη.

«Δύο Πόλεις, δύο λίμνες μια, ιστορία»

Ο κοινός τόπος, – Άνω Μακεδονία κατά τον Θουκυδίδη ή Πελαγονία κατά τα βυζαντινά χρόνια – της Φλώρινας, του Μοναστηρίου ή Βιτωλίων, των Πρεσπών και της Αχρίδας, δημιούργησε δομές κοινωνικής συγκρότησης μέσα στο χρόνο, που δεν θα μπορούσαν να είναι και πολύ διαφορετικές.

Έτσι την ίδια πορεία ακολουθούν στην κλασική αρχαιότητα τόσο οι κωμοπόλεις της περιοχής της Φλώρινας –Λυγκηστίδας, όσο και αυτές της Ηράκλειας Λύγκου (Μοναστήρι) από την εποχή των αρχαίων Μακεδόνων, ως τα «σύμμαχα και υπήκοα έθνη».

Η βυζαντινή κληρονομιά, διάσπαρτη στις υγρές Πρέσπες είτε με καθεδρικό χαρακτήρα, όπως στον Άγιο Αχίλλειο είτε και μοναστικό, όπως στα μυστηριώδη όρη που τις περιβάλουν, συμπληρώνεται από την καταπληκτική Παλαιολόγεια Αναγέννηση της Αρχιτεκτονικής και Ζωγραφικής των μνημείων της Αχρίδας και όχι μόνον.

Η ιστορία λοιπόν αυτή, τόσο της αρχαιότητας όσο και του Μεσαίωνα ακολούθησε, πράγματι, δομές μακράς διάρκειας που είχαν κοινούς παρονομαστές ακόμη και σε ολόκληρη την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Πρέπει, ωστόσο, να σημειώσουμε στον παραλληλισμό μας, Φλώρινα –Μοναστήρι, πως το δεύτερο ιδιαίτερα κατά τον 19ο αιώνα, μεταμορφώνεται από αντιπροσωπευτικό παράδειγμα μιας μικρής αγροτικής κώμης, σε σημαντικότατο αστικό κέντρο στο οποίο καταφεύγουν για ποικίλους λόγους πληθυσμοί από όλες τις βαλκανικές εθνότητες, έτσι που από τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα το Μοναστήρι, αποτελεί, μετά την Θεσσαλονίκη το δεύτερο σε σειρά σημαντικό οικονομικό και αστικό κέντρο της νότιας Βαλκανικής.

Η αρχική ειρηνική συμβίωση όλων αυτών των εθνοτήτων (Ελλήνων, Βουλγάρων, Σέρβων, Τούρκων, Εβραίων, Αλβανών κ.α) σε κοινωνικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό, πολιτισμικό επίπεδο, με τους ανερχόμενους εθνικισμούς όλων των πλευρών μετατρέπεται σε μια διάσταση που ενέχει κυρίως τα φυλετικά και θρησκευτικά, στοιχεία μια διάσταση που θα κορυφωθεί στις σφοδρότατες συγκρούσεις και τους ανταγωνισμούς της ένοπλης φάσης του Μακεδονικού Αγώνα.

Το τέλος αυτών των ανταγωνισμών θα σηματοδοτήσουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, οι οποίοι θα θέσουν και τα όρια της εθνικοποιημένης γεωγραφίας τόσο στις λίμνες όσο και στο έδαφος. Έτσι αυτό που μέχρι το Νοέμβρη του 1912 προσλαμβανόταν ως κοινή ιστορία και βίωμα μετατράπηκε από τη μια στιγμή στην άλλη, ως η ιστορία του άλλου ενίοτε λεγόμενου εχθρού…

Η Φλώρινα, λοιπόν, που πάντοτε βρισκόταν στη σκιά του κραταιού Μοναστηρίου ήταν κυρίως εκείνη η πόλη που δέχθηκε και αγκάλιασε τους Μοναστηριώτες πρόσφυγες, αυτούς που ακόμη και σήμερα (τρίτης και τέταρτης γενιάς) κρατούν ζωντανές τις μνήμες της πατρίδας τους που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής.

Εγώ πήγαινα στο Μοναστήρι όταν ήμουν παιδί, πριν από την εφηβεία μου κάθε καλοκαίρι για να συναντήσω τον παππού μου, τον πατέρα της μάνας μου και την γυναίκα του την Ανδρομάχη, και τα αδέρφια της μάνας μου, ξεριζωμένους από τον γεννέθλιο τόπο τους μέσα από τις φοβερές ψυχομαχίες που έγιναν στα μέρη μας από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Όλοι τους κοιμόντουσαν πλάι στο ποτάμι σε ένα δωμάτιο σε τρισάθλιες συνθήκες. Το Μοναστήρι έχει μείνει στην μνήμη μου εντυπωμένο όσο λίγες πόλεις στον κόσμο. Είναι στην κιβωτό μου. Το απέραντο πάρκο με τις φιστικιές και ο ωραίος ποταμός Υδραγόρας.

Η Αχρίδα μου έκανε τέτοια συγκλονιστική εντύπωση όση μου κάνει πάντα το Αγιονόρος. Τερπνότητα μοναδική. Το ίδιο συναίσθημα που αισθάνθηκα και συγκλαδοκορμόριζα, όπως θα έλεγε ο Βάρναλης, τραντάχτηκα όταν πρωτόδα την Βασιλική του Αγίου Αχιλλείου. Απέκτησα πολλαπλή όραση και μια βαθιά δροσιά έφτανε μέχρι τα κόκκαλα μου. Η πολύφωνη Πρέσπα σου δημιουργεί αισθήματα μεταφυσικά, ακόμα και δέος και φόβο. Στον Άγιο Αχίλλειο φλέγεσαι από τα πράγματα σε βαθμό τραγωδίας γιατί πλάι σε αυτόν τον ναό συνεχίζουν την αιώνια παρουσία τους οι αργυροπελεκάνοι, οι ροδοπελεκάνοι, οι ερωδιοί και οι κορμοράνοι.

Όμως σε βαθμό τραγωδίας συνεχίζουν την αδιάσπαστη παρουσία τους και 24 νοματαίοι, οι κάτοικοι του νησιού, που νίκησαν το βασίλειο του χρόνου και συνεχίζουν το συναξάρι της Ζωής, της Πίστης, της Ενότητας και της Ειρήνης. Η Σταυροφόρος Πρέσπα είναι από τα λίγα μέρη στον κόσμο που χύθηκε τόσο αίμα, τόσα χρόνια από τόσο πολλούς λαούς. «Αιώνες φαρμάκι, γενιές φαρμάκι».

Το λεύκωμα που έβγαλε η Ιερά Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας είναι μοναδικό. Λίγοι πιστεύω ότι έχουν κρατήσει τέτοιο βιβλίο στα χέρια τους.

Το λεύκωμα το κοσμούν οι απόψεις του ιστορικού Αθανάσιου Καραθανάση αλλά και οι έξοχες φωτογραφίες του κυρίου Ιωάννη Παπακαρμέζη που είναι το δεύτερο λεύκωμα που μας χαρίζει μετά το άλλο αριστουργηματικό, το «Πρέσπα, ο τόπος της εύλαλης σιωπής».

Στο Λεύκωμα εμπεριέχεται και ο κατατοπιστικός σχολιασμός των εικόνων της κυρίας Γλυκερίας Χατζούλη, Καθηγήτριας Πανεπιστημίου καθώς και μετάφραση των κειμένων στα αγγλικά από την καθηγήτρια Αγγελική Καραθανάση. Η επιμέλεια των κειμένων έγινε από την κυρία Σουλτάνα Λάμπρου, Λέκτορα Θεολογίας στο Αριστοτέλειο.

Κορφολογώ από το Λεύκωμα:

Οι εναέριες φωτογραφίες, οι καταπληκτικές εικόνες από τα χωριά της Φλώρινας, το τέμπλο της Κλαδοράχης, ο Προφήτης Ηλίας της Μελίτης, ο ναός του Αγίου Νικολάου στην Βεύη, ο ναός της Θεοτόκου στην Σιταριά, το τέμπλο στις Κάτω Κλεινές, οι απίστευτες τοιχογραφίες στις Κάτω Κλεινές με τις λεπτομέρειες από την Δευτέρα Παρουσία ζοφερές, αλλά υψίστης τέχνης, το τέμπλο του Ακρίτα, το τέμπλο του Κρατερού. Η Μονή της Παναγιάς Πορφύρας, με την άκρα ταπείνωση, έργο του 1741, με το ακάνθινο στεφάνι στον βασανισμένο Χριστό. Ο ναός του Αγίου Γερμανού, οι βραχογραφίες, τα ασκηταριά, το καταπέτασμα στους βράχους στην Παναγία Ελεούσα, αλλά κι από την μεριά της FYROM ένας απίστευτος άγγελος στο Κουρμπίνοβο. Οι φωτογραφίες από το Μοναστήρι με τις κεραμοσκεπές και τον ναό του Αϊ Δημήτρη. Το τέμπλο του ναού και οι χρυσοποίκιλτες λεπτομέρειες του. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος του 19ου αιώνα και οι εξαίσιες ζωγραφικές στο αρτοφόριο. Κλέος της Ορθοδοξίας. Ο ποταμός Υδραγόρας, ίδιος ο Σακουλέβας και τα αρχοντικά τα παλιά. Το ελληνικό Γυμνάσιο και το αρχοντικό του γιατρού Κωνσταντίνου Μακάλη. Η Μονή του Αρχαγγέλου στο Πρίλεπ. Οι τοιχογραφίες από τον ίδιο ναό του 1298. «Η Σταύρωση» του ιδίου χρόνου. «Η Ανάβαση επί του Σταυρού», «η Αποκαθήλωση» και ο «Επιτάφιος Θρήνος». Όλα αυτά του ιδίου αιώνα. «Ο Λίθος και η Ανάσταση», η φωτογραφία της Αχρίδας και ο ναός της Παναγίας της Περιβλέπτου του 1294.

«Η Βλαστήσασα ράβδος» του ιδίου χρόνου, οι σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη με την Άκαυτη Βάτο. Ο Άγιος Μερκούριος με την υπογραφή του εξαίσιου ζωγράφου Μιχαήλ Μαστραπά. Οι Στρατιωτικοί Άγιοι. Ο ναός της Αγίας Σοφίας που χρονολογείται από το τέλος του 9ου μέχρι τα μέσα του 11ου αιώνα. «Η φιλοξενία του Αβραάμ». «Η κλίμακα του Ιακώβ», «το όραμα του Ιωάννη του Χρυσοστόμου» και η απίστευτη τοιχογραφία των 40 μαρτύρων του 1037. Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου του 1280. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στην Στρούγκα. Τα αντίστοιχα ασκηταριά. Τέλος, η Μονή του Οσίου Ναούμ. Χάρμα οφθαλμών!

 

Ευχαριστώ τον Θεό που με αξίωσε να τα δω όλα αυτά και όλους εσάς που είχατε την υπομονή να με ακούσετε τόση ώρα να μιλάω.

Μεθ’ ημών πάντα η αγάπη!

TAGGED: Πρέσπες,